Οι καλοήθεις αλλοιώσεις του τραχήλου της μήτρας είναι :
- Οι πολύποδες, και
- Τα ινομυώματα
Κακοήθεις αλλοιώσεις του τραχήλου
Η τραχηλική ενδοεπιθηλιακή νεοπλασία (cervical intraepithelial neoplasia-CIN) αναφέρεται στην ύπαρξη δυσπλαστικών αλλοιώσεων στο επιθήλιο του τραχήλου, χωρίς διάσπαση της βασικής μεμβράνης. Ως κύριος αιτιολογικός παράγοντας θεωρείται η λοίμωξη από τον HPV, η οποία αρχικά αφορά στα κύτταρα της βασικής στοιβάδας. Όσες περισσότερες στοιβάδες κυττάρων, από την βασική προς την επιπολής, παρουσιάζουν κυτταρικές αλλοιώσεις, τόσο μεγαλύτερη θεωρείται η βαρύτητα της ενδοεπιθηλιακής βλάβης(CIN1,CIN2,CIN3). Τελευταία, η διάκριση αυτή σε τρεις βαθμούς αντικαθίσταται από άλλη με δύο βαθμούς, την ελαφρού και την σοβαρού βαθμού πλακώδη ενδοεπιθηλιακή βλάβη (low & high grade intraepithelial lesion - LSIL & HSIL). Περίπου το 80% των περιπτώσεων ελαφρού βαθμού CIN υπoστρέφει αυτόματα με την πάροδο του χρόνου, ενώ στο υπόλοιπο 20% οι αλλοιώσεις επιμένουν ή εξελίσσονται σε σοβαρού βαθμού δυσπλασία. Αντίθετα, οι σοβαρού βαθμού βλάβες εγκυμονούν κινδύνους να εξελιχθούν σε διηθητικές.
Διάγνωση
Η διάγνωση αυτών των παθολογιών του τραχήλου γίνεται με τις εξής εξετάσεις:
- Τεστ Παπανικολάου. Η εξέταση αυτή συνίσταται στη συλλογή κυττάρων από την επιφάνεια του τραχήλου και του κόλπου. Τα κύτταρα παρατηρούνται στο μικροσκόπιο για να ελεγχθεί εάν είναι παθολογικά.
- Κολποσκόπηση. Αποτελεί απλή, μη επεμβατική και σύντομη στην διενέργειά της εξέταση, με την οποία επισκοπείται ο τράχηλος υπό μεγέθυνση με την βοήθεια ειδικού μικροσκοπίου. Δείγματα ιστού μπορούν να ληφθούν για βιοψία.
- Βιοψία. Η ανεύρεση παθολογικών κυττάρων στο τεστ Παπανικολάου αποτελεί ένδειξη για βιοψία. Ένα δείγμα ιστού αποκολλάται από τον τράχηλο και παρατηρείται στο μικροσκόπιο. Η βιοψία κατά την οποία αφαιρείται μικρό τμήμα του ιστού του τραχήλου, δεν απαιτεί ιδιαίτερη προετοιμασία ή περίθαλψη της ασθενούς.
- Μοριακή ανίχνευση του ιού των ανθρώπινων θηλωμάτων
(Human papillomavirus – HPV)
Tόσο το HPV test (συναντάται συχνά και ως HPV DNA test) όσο και η τυποποίηση του HPV (αλλιώς γονοτύπηση), με χρήση της τεχνικής PCR και της νέας προηγμένης τεχνολογίας των μικροσυστοιχιών, βασίζονται στην ανίχνευση του γνωστού σε μας DNA στελεχών του HPV στα κλινικά δείγματα. Με αυτό τον τρόπο ανιχνεύεται, μέσω του DNA του, η ύπαρξη του ιού ακόμα και σε φορείς με φυσιολογική κλινική εικόνα και test Pap. Πρόκειται για σημαντικό εργαλείο πρόληψης κατά του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας, το οποίο πλεονεκτεί έναντι του Pap test στο ότι ανιχνεύει τον ιό πριν αυτός προκαλέσει κυτταρικές αλλοιώσεις.
Θεραπεία
Οι ελαφρού βαθμού ενδοεπιθηλιακές αλλοιώσεις δεν απαιτούν κατά κανόνα θεραπεία αλλά παρακολούθηση με κυτταρολογική και κολποσκοπική εξέταση ανά 6μηνο, εάν δε, ενδείκνυται και με την λήψη βιοψιών για ιστολογική εξέταση. Οι σοβαρού βαθμού αλλοιώσεις πρέπει οπωσδήποτε να αντιμετωπίζονται χειρουργικά και μάλιστα με εξαίρεση της βλάβης .
Ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας
Ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρα σε παγκόσμια κλίμακα είναι η δεύτερη σε συχνότητα, νεοπλασματική νόσος στην γυναίκα και η πρώτη αιτία θανάτου γυναικών από νεοπλασματική νόσο στον τρίτο κόσμο. Η εμφάνιση του διηθητικού καρκινώματος παρατηρείται συνηθέστερη κατά την διάρκεια της 4ης και 6ης δεκαετίας.
Αιτιολογία
Σήμερα θεωρείται δεδομένο ότι κύριος αιτιολογικός παράγοντας είναι η λοίμωξη από τους ογκογόνους τύπους του ιού των ανθρωπίνων θηλωμάτων (HPV).
Συμπτώματα
Ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας, σταδίου Ia δεν παρουσιάζουν συμπτώματα και μπορούν να διαγνωσθούν μόνο με την βοήθεια κυτταρολογικών, κολποσκοπικών και ιστολογικών εξετάσεων. Από το στάδιο Ib και μετά είναι δυνατόν να παρουσιασθεί αιμόρροια από τον κόλπο, ιδιαίτερα μετά από σεξουαλική επαφή και δύσοσμη κολπική έκκριση. Η επέκταση στο πυελικό τοίχωμα και στα πέριξ όργανα είναι δυνατόν να προκαλέσει απόφραξη των ουρητήρων με αποτέλεσμα υδρονέφρωση, άλγος λόγω επινέμησης νευρικών απολήξεων, αιματουρία, δυσουρία, τεινεσμό, αιμορραγία από το ορθό, διάρροια κ.λ.π.
Ο όγκος στον τράχηλο είναι δυνατό να εμφανίζει ενδοφυτική ή εξωφυτική μορφή.
Διάγνωση
Η διάγνωση πρέπει να βασίζεται πάντοτε σε ιστολογική εξέταση δείγματος ιστού του όγκου. Η κλινική εξέταση από τον κόλπο και το ορθό, σε συνδυασμό με κυστεοσκόπηση, ορθοσκόπηση και πυελογραφία θα βοηθήσει στη συνολική εκτίμηση και στην κλινική σταδιοποίηση, σύμφωνα με την οποία θα ακολουθηθεί η ενδεδειγμένη αντιμετώπιση.
Θεραπεία
Η χειρουργική θεραπεία εφαρμόζεται στα αρχικά στάδια του καρκίνου του τραχήλου, ενώ η ακτινοθεραπεία είναι θεραπεία εκλογής κυρίως σε μεγαλύτερα στάδια. Ιδιαίτερα, σε νέες γυναίκες με επιθυμία τεκνοποίησης, μπορεί να εφαρμοσθεί με επιτυχία η εξαίρεση του όγκου με κωνοειδή εκτομή.
Στις άλλες περιπτώσεις του σταδίου Ι καθώς και στο στάδιο ΙΙ διενεργείται ριζική υστερεκτομία με σύγχρονη πυελική ή και παραορτική λεμφαδενεκτομία.
Πρόγνωση
Ανάλογα με το στάδιο της νόσου και τα διάφορα κέντρα αντιμετώπισης ογκολογικών περιστατικών αναφέρονται ποσοστά 5ετούς επιβίωσης που κυμαίνονται: 85%-90% για το στάδιο Ι, 60% για το στάδιο ΙΙ, 30% για το στάδιο ΙΙΙ, και 10% για το στάδιο IV. Τελευταία εφαρμόζεται και συνδυάζεται χημειοθεραπευτική και ακτινοθεραπευτική αγωγή σε προχωρημένα στάδια με ενθαρρυντικά αποτελέσματα.
Λεωφόρος Πεντέλης 12-14 Χαλάνδρι
(+30) 210.77.10.386